Ουσιαστικά σήμερα η πρώτη μέρα
της Άνοιξης μετά την ισημερία και γέμισε λουλούδια το ίντερνετ... στο facebook, στο σήμα του Google, στο pinterest…. ανθισμένες ευχές σε όλα τα social media. Και η ημέρα
ανοιξιάτικη και ηλιόλουστη. Αγαπώ τα λουλούδια... και κανένας λαός εκτός από
τους Έλληνες μέσα από τη γλώσσα του δεν
έχει δώσει ονομασίες στα περισσότερα χρώματα από τη φύση και τα λουλούδια. Κι
έχει ενδιαφέρον πως αυτά τα χρώματα... τα έντονα κόκκινα, τα λαμπερά πορτοκαλί,
τα κίτρινα, τα σκούρα μωβ κι απαλά γαλάζια,
λιλά... όλα τα χρώματα των
λουλουδιών, καθώς και τα χρώματα, που αλλάζουν στα άνθη κατά τη διάρκεια της
ζωής τους, διαφορετικά χρώματα στα άνθη ακόμη του ίδιου είδους, μερικές φορές
και του ίδιου φυτού… έχει ενδιαφέρον, πως και γιατί δημιουργήθηκαν αυτά τα
χρώματα στη φύση;
Παρά λοιπόν την
εισβολή στην ελληνική γλώσσα ιδιαίτερα τους τελευταίους 2 αιώνες των ξένων
λέξεων όπως βεραμάν, μπλε, τιρκουάζ, μπεζ, σομόν... ο λαός μας συνεχίζει να ονομάζει τα χρώματα
από τη φύση. Τό αρχαιοελληνικό κόκκινον,
σημαίνει το χρώμα του Κόκκου του βαφικού, ενός εντόμου που φτιάχνει κόκκινες
φουσκίτσες πάνω στα φύλλα του πουρναριού... γνωστό ως «πρινοκόκκι», που το
χρησιμοποιούσαν παλαιότερα για να βάφουν υφάσματα. Το κόκκινο το έλεγαν στην
αρχαιοελληνική και «ερυθρό – ερυθρούν» από τη ρίζα ερεύθω=το κάνω κόκκινο,
κοκκινίζω. Το πιο γνωστό είναι ότι στη φύση τα
ζωηρά χρώματα του λουλουδιού είναι ένας
σημαντικός παράγοντας για την προσέλκυση των εντόμων για τη γονιμοποίηση των
φυτών. Χωρίς αυτά τα χρώματα στα λουλούδια δεν θα προσέλκυαν τα φυτά ιδιαίτερα
τα έντομα κι έτσι δεν θα μπορούσαν να αναπαραχθούν με φυσιολογικό ρυθμό.
Επίσης
γνωστό ότι το φως είναι μια μορφή ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας, που εκπέμπεται
κατά ποσότητες ενέργειας, που ονομάζονται φωτόνια. Το καθένα από τα οποία
μπορεί να θεωρηθεί ως ένα κύμα, που διαδίδεται στο χώρο. Τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα
χαρακτηρίζονται από τα εξής μεγέθη: τη συχνότητα, το μήκος κύματος, την ταχύτητα
και την ενέργεια. Το μήκος κύματος και η συχνότητα είναι ποσά αντιστρόφως
ανάλογα... δηλαδή η αύξηση του ενός
προκαλεί μείωση του άλλου. Το χρώμα των φυτών οφείλεται στις χρωστικές, αυτές
τις ουσίες που μπορούν να απορροφούν σε μήκη κύματος εντός του ορατού φάσματος.
Το ορατό από τον άνθρωπο φως κυμαίνεται σε ένα εύρος περίπου 380 – 750 nm (1 nm=10-9)
Η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία του ήλιου που
φθάνει στη γη έχει μήκος κύματος από 100 nm έως 1mm,
δηλαδή από το υπεριώδες έως το υπέρυθρο τμήμα του φάσματος. Η ενέργεια είναι
ανάλογη της συχνότητας και αντιστρόφως ανάλογη του μήκους κύματος.
Επεξηγηματικά τα φωτόνια μεγάλου μήκους κύματος μεταφέρουν μικρότερα ποσά
ενέργειας από τα φωτόνια μικρότερου μήκους κύματος. Τα χρώματα που βλέπουμε
αντιστοιχούν σε διαφορετικά μήκη κύματος με τα οποία εκπέμπεται η ακτινοβολία,
αλλά το ορατό φως δεν είναι παρά ένα μικρό μέρος του ηλεκτρομαγνητικού
φάσματος. Ένα αδιαφανές αντικείμενο
απορροφά ένα μέρος της ακτινοβολίας, που πέφτει επάνω του και το υπόλοιπο το
ανακλά. Το χρώμα που βλέπουμε να έχει εξαρτάται κυρίως από το φως με το οποίο
φωτίζεται και από το φως, που απορροφά.
Αν φωτίζεται με λευκό φως και φαίνεται
λευκό, σημαίνει ότι δεν απορροφά καθόλου ακτινοβολία. Αν φαίνεται κόκκινο,
σημαίνει ότι απορροφά ακτινοβολίες σε όλα τα μήκη κύματος του ορατού φάσματος
εκτός από τα μήκη κύματος της κόκκινης περιοχής, τα οποία και ανακλά. Όταν το
λευκό φως πέφτει σε ένα μόριο χρωστικής απορροφώνται ακτινοβολίες σε κάποια
μήκη κύματος και ανακλώνται οι υπόλοιπες... έτσι η χρωστική φαίνεται χρωματιστή.
Αυτό, που δινει το χρώμα στα φυτά
είναι οι χρωστικές με συνηθέστερες χρωστικές στα φυτά τις εξής:
- Χλωροφύλλες: Απορροφούν στην κίτρινη και μπλε περιοχή του ορατού
φάσματος του φωτός και ανακλούν στην πράσινη. Προσδίδουν στα φυτά το πράσινο
χρώμα τους. Βασικός τους ρόλος είναι η απορρόφηση ενέργειας για τη φωτοσύνθεση.
- Καροτενοειδή: Κόκκινες, κίτρινες ή πορτοκαλί χρωστικές, απορροφούν σε
μήκη φωτός που δεν απορροφά η χλωροφύλλη και δρουν συμπληρωματικά με αυτή, ενώ
έχουν και φωτοπροστατευτικό ρόλο. Χωρίζονται στις ξανθοφύλλες, που δίνουν χρώμα
κίτρινο και τις καροτίνες, που δίνουν χρώμα πορτοκαλί και κόκκινο. Εμφανίζονται
σε ρίζες, κονδύλους, σπόρους, καρπούς και άνθη και σε αυτές οφείλουν το χρώμα
τους, π.χ., τα καρότα ή οι ντομάτες.
- Φλαβονοειδή με κυριότερο εκπρόσωπο τις ανθοκυανίνες: Προσδίδουν όλα
τα χρώματα από κόκκινα έως μωβ και μπλε, με εξαίρεση το πράσινο. Εμφανίζονται
σχεδόν σε όλους τους ιστούς των ανώτερων φυτών αν και κυρίως τις βλέπουμε στα
άνθη και στους καρπούς. Οι ανθοκυανίνες δίνουν συνήθως χρώμα καφέ, κόκκινο,
πορτοκαλί, μωβ, μπλε, ενώ οι ανθοξανθίνες – επίσης φλαβονοειδή - συνήθως
προσδίδουν χρώμα λευκό, εκρού, κίτρινο με απορρόφηση και στις υπεριώδεις.
Συνδυασμός τους δίνει έντονο κίτρινο, κόκκινο-καφέ, πορτοκαλί και ροζ.
- Μπεταλαϊνες: Κόκκινες, μωβ ή κίτρινες χρωστικές. Εμφανίζονται μόνο
στην τάξη Caryophyllales, εκτός από τις
οικογένειες Caryophyllaceae και Molluginaceae, που εμφανίζουν ανθοκυανίνες. Ποτέ δεν εμφανίζονται
συχρόνως με ανθοκυανίνες. Χωρίζονται στις κόκκινες – μωβ μπετακυανίνες και τις
κίτρινες μπεταξανθίνες. Αυτές είναι που δίνουν το χρώμα στα πατζάρια, αλλά και
στις βουκαμβίλες, τη πορτουλάκα και σε πολλούς κάκτους.
Βασικός ρόλος των χρωστικών στα
φύλλα είναι η απορρόφηση όσο το δυνατό περισσότερης ηλιακής ενέργειας για τη φωτοσύνθεση
και η φωτοπροστασία. Στα άνθη, πάλι και στους καρπούς, κατά κύριο λόγο
εξυπηρετούν ως οπτικά σήματα προς τα έντομα ή / και άλλα ζώα, ώστε να
διευκολύνεται αφενός η εποκινίαση κι αφετέρου η διασπορά των σπόρων. Το
τεράστιο εύρος χρωμάτων στα άνθη των φυτών – όταν ακόμα και συγγενικά είδη
παρουσιάζουν διαφορές στα χρώματα και τις αποχρώσεις υποδεικνύει ότι στο
πέρασμα των αιώνων υπήρξαν πολυάριθμες εξελικτικές μεταβάσεις, που οδήγησαν στη
σημερινή ποικιλομορφία. Συγχρόνως η προφανής προσέλκυση συγκεκριμένων
επικονιαστών από συγκεκριμένα άνθη οδηγεί συχνά στην άποψη ότι η ποικιλία στα
χρώματα των λουλουδιών και οι διαφορές στην όραση των διαφορετικών ομάδων
επικονιαστών είναι αποτέλεσμα διαδικασιών συνεξέλιξης.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι η διαφοροποίηση στο χρώμα του
άνθους φαίνεται να οφείλονται σε τυχαίους παράγοντες, σε αλλαγή λόγω αλλαγής σε
άλλο χαρακτηριστικό, που συνδέεται με το χρώμα του άνθους ή για εξέλιξη του
χρώματος λόγω άλλων παραγόντων και επακόλουθη προσαρμογή του άνθους σε νέους
επικονιαστές. Σε κάθε περίπτωση, τα άνθη συνήθως ανακλούν φως από τα όρια της
υπεριώδους περιοχής του φάσματος έως το βαθύ κόκκινο (περίπου 350-700nm). Το χρώμα, που βλέπουμε
βέβαια, συχνά είναι μίξη των χρωμάτων που ανακλώνται. Π.χ. ανθοκυανίνες που
απορροφούν στην περιοχή του κίτρινου – πράσινου, δίνουν μωβ χρώματα, που
προκύπτουν από μίξη των περιοχών του κόκκινου - πορτοκαλί και μπλε, που
ανακλούν. Σε γενικές γραμμές, τα έντομα βλέπουν σε 3 χρωματικές περιοχές, στην
υπεριώδη περιοχή, στη μπλε και την κιτρινη-πράσινη περιοχή του φάσματος – τα
περισσότερα έντομα δε βλέπουν δηλ. το κόκκινο, αν και υπάρχουν σημαντικές
διαφορές μεταξύ των ειδών, με κάποιες πεταλούδες να βλέπουν ως και 6
διαφορετικές περιοχές φθάνοντας ως την κόκκινη περιοχή του φάσματος ή κάποια
νυχτόβια είδη να μη διακρίνουν καθόλου χρώματα.
Οι επικονιαστές διαμορφώνουν
προτιμήσεις ως προς το χρώμα του άνθους ως εξής:
- Μέλισσες: Κυρίως μπλε, κάποια
είδη κίτρινα. Αποκτούν εύκολα επίκτητες ικανότητες και μαθαίνουν να επιλέγουν
και άλλα χρώματα.
- Πεταλούδες: Λευκά, κίτρινα –
πορτοκαλι, ροζ και κόκκινα.
- Νυχτοπεταλουδες: Λευκά – εκρού,
αρωματικά
- Νυχτερίδες: Λευκά, εκρού, θαμπά
πράσινα, θαμπά μωβ
- Πουλιά: Κοκκινα – πορτοκαλί
(πιθανώς επίκτητο, δε φαίνεται να έχουν έμφυτη προτίμηση)
- Σκαθάρια: Λευκά – εκρού – πράσινα.
Κάποια είδη κόκκινα, πορτοκαλί
- Μύγες: Κίτρινα, λευκά, κάποια
είδη μωβ, καφέ
Στην ίδια λογική, παρατηρείται
ότι μπλε χρώματα είναι πολύ συνήθη στις εύκρατες περιοχές, όπου οι μέλισσες
είναι οι βασικοί επικονιαστές, ενώ κόκκινα είναι πολύ συνήθη σε τροπικές
περιοχές όπου άλλα έντομα ή πουλιά είναι οι βασικοί επικονιαστές. Και πράγματι,
τα μπλε, μωβ άνθη συνήθως επικονιάζονται από μέλισσες, ενώ τα κόκκινα συνήθως
από πουλιά, με τις μέλισσες να μη βλέπουν μάλιστα το κόκκινο χρώμα. Παρ΄όλα
αυτά έρευνες έδειξαν ότι μπορούν να διακρίνουν τα κόκκινα λουλούδια σε σχέση με
τα πράσινα φύλλα και συχνά επισκέπτονται και κόκκινα άνθη, χρειάζονται όμως
πολύ περισσότερο χρόνο να εντοπίσουν κόκκινα ή λευκά άνθη από το να εντοπίσουν
μπλε ή κίτρινα. Τα πουλιά πάντως δε φαίνεται να έχουν έμφυτη προτίμηση προς τα
κόκκινα άνθη, αλλά τα επισκέπτονται περισσότερο ενδεχομένως επειδή οι άλλοι
επικονιαστές τα βρίσκουν πιο δύσκολα και όταν τα πουλιά φθάνουν σε αυτά τα
βρίσκουν πλούσια σε νέκταρ.
Στην ελληνική γλώσσα έχουμε
ονοματολογία για τα χρώματα, όπως το «κίτρινον» σημαίνει το χρώμα του κίτρου
και συχνά το λέμε και «λεμονί», ενώ στην αρχαιότητα το ονόμαζαν «κρόκινον» από
το κίτρινο χρώμα των στιγμάτων του κρόκου ή ζαφοράς. Οι αρχαίοι για το κίτρινο χρώμα χρησιμοποιούσαν
και το «ξανθόν» από το φυτό ξάνθιον, που οι γυναίκες έβαφαν ξανθά τα μαλλιά
τους. Το καστανό από το χρώμα του κάστανου κι αργότερα καφέ από το χρώμα του
καφέ. Η ώχρα από το μουντό κίτρινο που δίνει το φυτό Ώχρα (Reseda lutea). Φυστικί από το
ενδοκάρπιο του φιστικιού όταν είναι φρέσκο. Ρόδινο από το αρχαιοελληνικό
ρόδινον, από τα ρόδα... τα τριαντάφυλλα! Πορφυρό από το αρχαιοελληνικό
πορφυρούν, που σημαίνει το βαθύ ρόδινο χρώμα, που έβγαινε από το γνωστό
όστρακο, την πορφύρα. Βυσσινί από το βαθύ ερυθρό το χρώμα του βύσσινου. Βιολετί
από το χρώμα των λουλουδιών του φυτού Βιολέτα (Matiola incana)..... στην αρχαία
ελληνική και η λέξη «ιώδες» από το ίον=μενεξές!
Το πράσινο προέρχεται από το αρχαιοελληνικό «πράσινον» και σημαίνει το
χρώμα που έχουν τα φύλλα του πράσου. Οι
αρχαίοι Έλληνες επίσης είχαν την ονομασία «χλωρόν» για να δηλώσουν το ανοιχτό
πράσινο. Το πορτοκαλί προέρχεται από το χρώμα του πορτοκαλιού... οι αρχαίοι
χρησιμοποιούσαν και τη λέξη «πυρρόν»= κοκκινοκίτρινο.
Φαίνεται από μελέτες ότι η όραση
των μελισσών προϋπήρξε εξελικτικά του χρώματος των λουλουδιών. Έχει αποδειχτεί
ότι το γεγονός ότι τα έντομα βλέπουν από την υπεριώδη ως την πράσινη περιοχή. Επομένως
πιθανώς τα φυτά προσαρμόστηκαν στην όραση των επικονιαστών τους ξεκινώντας μια
διαδικαία συνεξέλιξης. Ένδειξη προς αυτή την κατεύθυνση, είναι ότι σε πολλές
οικογένειες εμφανίζονται κοινά χρωματικά πρότυπα με τα κίτρινα άνθη να είναι
πολύ κοινά και πολλά να είναι τα άνθη με κίτρινο κέντρο. Πολλά έντομα δείχνουν
έμφυτη προτίμηση προς το κίτρινο. Η κίτρινη γύρη φαίνεται να προϋπάρχει
εξελικτικά των άλλων χρωμάτων και ενδεχομένως αυτή οδήγησε τους επικονιαστές
στην προτίμηση για το κίτρινο χρώμα.
Υπάρχει επίσης η θεωρία ότι ο κίτρινος χρωματισμός
της γύρης ήταν ήδη παρόν στους προγόνους των σημερινών ανθόφυτων, που
επικονιάζονταν με τον άνεμο. Σε αυτή τη λογική στα πρώτα στάδια της επικονίασης
από έντομα θα μπορούσε πολλοί επικονιαστές να είχαν αναπτύξει προτίμηση προς τα
κίτρινα σήματα και επομένως πολλά φυτά αργότερα να ανέπτυξαν κίτρινα άνθη μιας
και αυτή ήταν η προτίμηση των επικονιαστών τους. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η
άποψη ότι πολλές διαφοροποιήσεις στα χρώματα του άνθους δεν είναι οι ίδιες
αποτέλεσμα εξελικτικής προσαρμογής, αλλά παράλληλο χαρακτηριστικό που διαφοροποιήθηκε
είτε τυχαία είτε λόγω της μετάλλαξης άλλων γενετικών παραγόντων από άλλες
αιτίες, οι οποίοι, όμως, επηρέασαν συγχρόνως και το χρώμα του άνθους. Μετά την
αλλαγή του χρώματος του άνθους είναι πιθανό η εξελικτική πίεση από τους νέους
επικονιαστές να οδήγησε σε επιπλέον κοινά χαρακτηριστικά στα άνθη ανάλογων
χρωμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου